Για τη σύνοδο κορυφής αλλά και για το ευρω-ομόλογο μίλησε στο σταθμό της πόλης ο ομότιμος καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Παναγιώτης Ιωακειμίδης.
Μιλώντας στην εκπομπή «Άνω κάτω» και στον Άρη Τόλιο τόνισε πως παρόλο που δεν λύθηκε κανένα ζήτημα και δεν απαντήθηκε κανένα από τα κεντρικά ερωτήματα, έγινε κάτι. Όπως είπε «επικυρώθηκε το πακέτο 540 δισ. με το οποίο δημιουργείται ένα πλέγμα προστασίας σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις και δεύτερον εγκρίθηκε θα έλεγα ως η αρχή η ιδέα ότι πρέπει να υπάρξει ένα ταμείο ανασυγκρότησης προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι τεράστιες οικονομικές συνέπειες που θα έχει η Ευρωπαϊκή οικονομία από την πανδημία».
«Από εκεί και πέρα όλα τα ζητήματα παραμένουν ανοικτά τα οποία εξετάζει η ευρωπαϊκή επιτροπή η οποία θα επανέλθει στα μέσα Μαΐου να με μία πρόταση συγκεκριμένη, που θα αφορά στη χρηματοδότηση του Ταμείου και βεβαίως στο ζήτημα που θέτουν χώρες του νότου για το εάν το τελικώς το ταμείο θα χορηγήσει δάνεια ή επιδοτήσεις. Είναι φυσικό ότι οι νότιες χώρες δεν θα ήθελαν δάνεια γιατί αυτό θα είχε συνέπειες περαιτέρω αύξησης του χρέους. Πάντως είναι θετικό ότι έγινε δεκτό η σύσταση αυτού του Ταμείου».
Σε ότι αφορά το ευρωομόλογο ο κ. Ιωακειμίδης ανέφερε ότι «σε ότι αφορά την αμοιβαιοποίηση του χρέους είναι πολύ σημαντικό και για το νότο αλλά και για την ευρωπαϊκή νομισματική ένωση όμως από πλευράς πολιτικής άποψης δημιουργεί αλλεργία στις Βόρειες χώρες με επικεφαλής την Ολλανδία».
«Οι ηγέτες χθες είχαν μια μετριοπαθή προσέγγιση και αποφάσισαν εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης παρακάμπτοντας προς στιγμής αυτό το ακανθώδες θέμα, προκειμένου να ωριμάσουν καλύτερα οι συνθήκες εντός της Ε.Ε. Χωρίς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να μην είχαμε σήμερα την ευρωζώνη. Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που θα φτάσει στο 1 τρισ. αποτελεί μια σωτήρια παρέμβαση αλλά το κόστος της διάσωσης της ευρωζώνης και της ευρωπαϊκής ένωσης γενικά δεν μπορεί να το σηκώνει μόνο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Θα πρέπει το κόστος να επιμεριστεί και στους άλλους θεσμούς αλλά κυρίως και στα άλλα κράτη μέλη».
Κλείνοντας ο ομότιμος καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, συμπλήρωσε ότι «η ίση κατανομή των βαρών αποτελεί κεντρικό στοιχείο μαζί με την αλληλεγγύη για την επιτυχή – αποτελεσματική λειτουργία και βιωσιμότητα της οικονομικής και νομισματικής ένωσης και τελικά της ευρωζώνης». Διότι όπως είπε «αν η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτύχει να θεσπίσει αυτά τα νέα μέσα (σ.σ. το ταμείο ανάκαμψης) είναι προφανές ότι οι πολίτες χωρών όπως της Ιταλίας και της Ισπανίας, θα οδηγηθούν στο συμπέρασμα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας θεσμός που δεν μπορεί να σταθεί δίπλα τους σε στιγμές κρίσης και κατά συνέπεια θα στραφούν στις πολιτικές δυνάμεις εκείνες του ευρωλαϊκισμού – ευρωσκεπτικισμού που θα ήθελαν να κατεδαφίσουν την ευρωπαϊκή ένωση».










































