Οι αποφάσεις που θα ληφθούν στην αυριανή Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. πρέπει να είναι ουσιαστικές, τολμηρές και ανάλογες της σοβαρότητας της κατάστασης, τόνισε μεταξύ άλλων ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, ενόψει της τηλεδιάσκεψης των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της Ε.Ε..
Θα πρέπει να εμφορούνται από την αξία της αλληλεγγύης, να μην είναι κατώτερες των περιστάσεων, ούτε να δείχνουν ατολμία ή απροθυμία. Αυτό περιμένουν όλοι οι πολίτες στην Ευρώπη, τόνισε. Εστιάζοντας στο αυριανό, κρίσιμο ραντεβού των Ευρωπαίων ηγετών, ο υπουργός ανέφερε ότι τις τελευταίες ημέρες οι σχετικές διαβουλεύσεις είναι πυκνές. Παρατήρησε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης δίνει προοπτική για τη μετα-κορονοϊό εποχή, ενώ σχολίασε πως έχουν γίνει υποχωρήσεις και συμβιβασμοί, αλλά για το μέγεθος, την ένταση και την έκταση της κρίσης πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα άμεσα.
Η έκταση και οι επιπτώσεις της κρίσης, είναι πολύ μεγαλύτερα από ό,τι αρχικά είχε προβλεφθεί, ήταν το εισαγωγικό σχόλιο του υπουργού. Άλλωστε, καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι αρκετά έτοιμη και ισχυρή για να ανταπεξέλθει μόνη της στις τεράστιες επιβαρύνσεις που γεννά η πανδημία. Ο εχθρός είναι κοινός, επομένως απαιτούνται κοινές ευρωπαϊκές λύσεις, ουσιαστικές, τολμηρές, ανάλογες της σοβαρότητας της κατάστασης, απαλλαγμένες από περιορισμούς και αγκυλώσεις του παρελθόντος», τόνισε και συνέχισε: «Η Ευρώπη σε αυτήν την κρίση έχει κάνει αρκετά βήματα μπροστά, σε αντιδιαστολή με τη χρηματοπιστωτική κρίση πριν από μια δεκαετία. Οι υπουργοί Οικονομικών, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, έλαβαν σημαντικές και γρήγορες αποφάσεις, πρωτόγνωρα μέτρα. Παρόλα αυτά, είναι απαραίτητο να υπάρξουν καινούρια εργαλεία, να ριχτούν στη μάχη και άλλα όπλα – και αυτή είναι η θέση της χώρας, δήλωσε ο επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Απαιτούνται πρόσθετες πρωτοβουλίες που θα δώσουν επιπλέον ενέσεις ρευστότητας, με την αναδιάταξη και την ενίσχυση του προσεχούς Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (2021-2027) και τη δημιουργία ισχυρού ταμείου ανάκαμψης, μέσω της έκδοσης ενός κοινού ευρωπαϊκού εργαλείου ή και άλλων καινοτόμων λύσεων – κάτι που θα είναι προς όφελος της ευρωπαϊκής οικονομίας συνολικά, για τρεις λόγους:
-οι χρηματοδοτικές ανάγκες είναι μεγάλες παντού
– εάν μια ομάδα κρατών-μελών πέσει σε παρατεταμένη ύφεση, αυτό θα συνεπάγεται σημαντικό κόστος και για τα υπόλοιπα κράτη-μέλη
– και, αν δεν ανταποκριθεί με επάρκεια η δημοσιονομική πολιτική, τότε η νομισματική πολιτική θα είναι υποχρεωμένη να σηκώσει μεγαλύτερο βάρος στη φάση ανάκαμψης από ό,τι σήμερα σηκώνει. Αυτή δεν θα ήταν μια ιδανική, βέλτιστη επιλογή, παρατήρησε ο κ. Σταϊκούρας. Άλλωστε, λόγω του σοκ από την πλευρά της προσφοράς, η υπερβολική βαρύτητα στη νομισματική πολιτική ενδέχεται να οδηγήσει σε πληθωριστικές πιέσεις, θέτοντας σε απειλή τη σταθερότητα των τιμών, ενώ περαιτέρω νομισματική επέκταση ενέχει τον κίνδυνο χρηματοοικονομικής αστάθειας. Η ελληνική κυβέρνηση πιστεύει σε ένα ισχυρό ταμείο ανάκαμψης με αρκετούς πόρους, που θα προσφέρει κυρίως επιχορηγήσεις, με τη χρηματοδότησή του να προέρχεται κυρίως από κοινό δανεισμό – κι αυτό γιατί κάτι τέτοιο εξασφαλίζει χαμηλότερα επιτόκια, συμβάλλοντας στη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, με ομοιόμορφη κατανομή του κόστους προσαρμογής στις σημερινές και μελλοντικές γενεές φορολογούμενων. Μια τέτοια απόφαση, ευχήθηκε ο κ. Σταϊκούρας να ληφθεί αύριο.
Πηγή: ΑΠΕ